ολοπαθής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ Ρομπότ: Αυτόματη αντικατάσταση κειμένου (-{{el-κλίσ-'συνεχής'}} +{{el-κλίση-'συνεχής'}})
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{προσχέδιο}}
{{προσχέδιο}}
{{el-κλίσ-'συνεχής'}}
{{el-κλίση-'συνεχής'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < [[όλο]] + {{π|-παθής}}
: '''{{PAGENAME}}''' < [[όλο]] + {{π|-παθής}}

Αναθεώρηση της 15:11, 8 Μαΐου 2021

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ολοπαθής η ολοπαθής το ολοπαθές
      γενική του ολοπαθούς* της ολοπαθούς του ολοπαθούς
    αιτιατική τον ολοπαθή την ολοπαθή το ολοπαθές
     κλητική ολοπαθή(ς) ολοπαθής ολοπαθές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ολοπαθείς οι ολοπαθείς τα ολοπαθή
      γενική των ολοπαθών των ολοπαθών των ολοπαθών
    αιτιατική τους ολοπαθείς τις ολοπαθείς τα ολοπαθή
     κλητική ολοπαθείς ολοπαθείς ολοπαθή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

ολοπαθής < όλο + -παθής

Επίθετο

ολοπαθής

  1. Πρότυπο:γραμματική που παθαίνει ολικό γραμματικό πάθος, για παράδειγμα οι λέξεις που παθαίνουν δηλαδή συναίρεση σε όλες τις πτώσεις
  2. (παρωχημένο) Πρότυπο:ιατρ που πάσχει από νόσο που προσβάλλει όλο το σώμα (ολοπαθητικός)

Μεταφράσεις