μηδέν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
διόρθωση γενικής, ευχαριστούμε Wrooooooo |
μ προσθήκη {{clear}} |
||
Γραμμή 56: | Γραμμή 56: | ||
* τα ψηφία: [[0]] [[1]] [[2]] [[3]] [[4]] [[5]] [[6]] [[7]] [[8]] [[9]] |
* τα ψηφία: [[0]] [[1]] [[2]] [[3]] [[4]] [[5]] [[6]] [[7]] [[8]] [[9]] |
||
{{clear}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
Αναθεώρηση της 10:18, 16 Μαΐου 2021
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | μηδέν | |||
γενική | μηδενός | |||
αιτιατική | μηδέν | |||
κλητική | μηδέν | |||
Αριθμητικά στο Παράρτημα |
Ετυμολογία
- μηδέν < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική μηδέν (κανένα, τίποτα), ουδέτερο του μηδείς < αρχαία ελληνική μηδὲ + ἕν[1]
- για επιστημονικούς όρους < σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική nul, zéro
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μη‐δέν
Αριθμητικό
μηδέν και μηδενικό
- αριθμός που δείχνει την ανυπαρξία οποιασδήποτε ποσότητας.
- σύμβολο: 0
- (μαθηματικά) (δεκαδικό σύστημα) Αριθμός που δεν έχει αξία ο ίδιος αλλά που δίνει αξία δέκα φορές μεγαλύτερη στους αριθμούς που βρίσκονται στα αριστερά του.
- ↪Είκοσι γράφεται με ένα δυάρι που ακολουθείται από ένα μηδέν.
- ↪ Ένα τεσσάρι μαζί με τρία μηδενικά διαβάζεται τέσσερις χιλιάδες.
- (μεταφορικά) Λέγεται για κάποιον ανίκανο, που δεν αξίζει τίποτα.
- ↪ Είναι ένα μηδἐν
- ≈ συνώνυμα: τιποτένιος
- (σχολική βαθμολογία) σχολικός βαθμός που υποδηλώνει έναν κακό μαθητή
- (φυσική) Σε μερικές κλίμακες, δείχνει την θερμοκρασία στην οποία λιώνει ο πάγος
- ↪ Η θερμοκρασία έπεσε στο μηδέν, κάτω από το μηδέν.
Ουσιαστικό
μηδέν ουδέτερο
Εκφράσεις
Συγγενικά
Δείτε επίσης
Μεταφράσεις
μηδέν
|
Αναφορές
- ↑ μηδέν - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Αριθμητικά κατά την κλίση (νέα ελληνικά) (νέα ελληνικά)
- Αριθμητικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Αριθμητικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες προφορές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις χωρίς προφορά στο πρότυπο ΔΦΑ
- Νέα ελληνικά
- Αριθμητικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
- Μεταφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Φυσική (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)