ψιλικά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αντικατάσταση # με * |
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις |
||
Γραμμή 11: | Γραμμή 11: | ||
* [[ψιλικατζής]] |
* [[ψιλικατζής]] |
||
* [[ψιλικατζίδικο]] |
* [[ψιλικατζίδικο]] |
||
{{clear}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
Αναθεώρηση της 13:48, 25 Μαΐου 2021
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | ψιλικά | ||
γενική | των | ψιλικών | ||
αιτιατική | τα | ψιλικά | ||
κλητική | ψιλικά | |||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- ψιλικά < ψιλός + ικά (πβ. αρχαία ελληνική ψιλικός)
Ουσιαστικό
ψιλικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- χρήσιμα στην καθημερινή ζωή μικροαντικείμενα (πχ κλωστές, μολύβια αλλά και εφημερίδες, τσιγάρα κλπ) που πουλιούνται από μικρά συνοικιακά καταστήματα (τα καταστήματα ψιλικών ή ψιλικατζίδικα)
Συγγενικά
Μεταφράσεις
ψιλικά
|