στροβιλισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py ενημέρωση ΔΦΑ |
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις |
||
Γραμμή 23: | Γραμμή 23: | ||
===={{συγγενικά}}==== |
===={{συγγενικά}}==== |
||
*{{βλ|στρόβιλος}} |
*{{βλ|στρόβιλος}} |
||
{{clear}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
Αναθεώρηση της 09:00, 28 Μαΐου 2021
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- στροβιλισμός < στροβιλίζω + -μός
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
στροβιλισμός αρσενικό
- η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του στροβιλίζω
Άλλες μορφές
Συνώνυμα
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη στρόβιλος