ένδικος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
ενημέρωση ΔΦΑ συλλ ref
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις
Γραμμή 15: Γραμμή 15:
===={{πολυλεκτικοί όροι}}====
===={{πολυλεκτικοί όροι}}====
* [[ένδικο μέσο]]: {{ετ|νομ}} όπως [[αναίρεση]], [[ανακοπή]], [[αναψηλάφηση]], [[έφεση]] [[κ.ά.]]
* [[ένδικο μέσο]]: {{ετ|νομ}} όπως [[αναίρεση]], [[ανακοπή]], [[αναψηλάφηση]], [[έφεση]] [[κ.ά.]]
{{clear}}

===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}

Αναθεώρηση της 12:38, 28 Μαΐου 2021

Δείτε επίσης: ἔνδικος, ζενδικός

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ένδικος η ένδικη το ένδικο
      γενική του ένδικου της ένδικης του ένδικου
    αιτιατική τον ένδικο την ένδικη το ένδικο
     κλητική ένδικε ένδικη ένδικο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ένδικοι οι ένδικες τα ένδικα
      γενική των ένδικων των ένδικων των ένδικων
    αιτιατική τους ένδικους τις ένδικες τα ένδικα
     κλητική ένδικοι ένδικες ένδικα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

ένδικος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ἔνδικος (αναφερόμενος σε δικαστήριο) < αρχαία ελληνική σημασία: νόμιμος[1]

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: έν‐δι‐κος

Επίθετο

ένδικος, -η, -ο

Πολυλεκτικοί όροι

Μεταφράσεις

Αναφορές