μονομορφηματικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py ενημέρωση ΔΦΑ
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις
Γραμμή 16: Γραμμή 16:
* [[πολυμορφηματικός]]
* [[πολυμορφηματικός]]
{{βλ|και=1|μόρφημα|μορφή}}
{{βλ|και=1|μόρφημα|μορφή}}
{{clear}}

===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}

Αναθεώρηση της 09:27, 3 Ιουνίου 2021

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μονομορφηματικός η μονομορφηματική το μονομορφηματικό
      γενική του μονομορφηματικού της μονομορφηματικής του μονομορφηματικού
    αιτιατική τον μονομορφηματικό τη μονομορφηματική το μονομορφηματικό
     κλητική μονομορφηματικέ μονομορφηματική μονομορφηματικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μονομορφηματικοί οι μονομορφηματικές τα μονομορφηματικά
      γενική των μονομορφηματικών των μονομορφηματικών των μονομορφηματικών
    αιτιατική τους μονομορφηματικούς τις μονομορφηματικές τα μονομορφηματικά
     κλητική μονομορφηματικοί μονομορφηματικές μονομορφηματικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

μονομορφηματικός < μονο- + μορφηματικός, λόγιο ενδογενές δάνειο: μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική monomorphemic

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: μο‐νο‐μορ‐φη‐μα‐τι‐κός

Επίθετο

μονομορφηματικός, -ή, ό

Συγγενικά

→ και δείτε τις λέξεις μόρφημα και μορφή

Μεταφράσεις