εξαιρετός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις χωρίς κενές γραμμές |
||
Γραμμή 9: | Γραμμή 9: | ||
===Σημείωση=== |
===Σημείωση=== |
||
Στα ρηματικά επίθετα σε -'''τος''', όταν υπάρχει η έννοια του δυνατού διαηρούν τον τόνο στη λήγουσα και είναι τρικατάληκτα, όπως εδώ, ενώ, αν στη σύνθεση υπάρχει η έννοια του παθητικού παρακειμένου αναβιβάζουν τον τόνο και είναι δικατάληκτα, όπως [[εξαίρετος]] |
Στα ρηματικά επίθετα σε -'''τος''', όταν υπάρχει η έννοια του δυνατού διαηρούν τον τόνο στη λήγουσα και είναι τρικατάληκτα, όπως εδώ, ενώ, αν στη σύνθεση υπάρχει η έννοια του παθητικού παρακειμένου αναβιβάζουν τον τόνο και είναι δικατάληκτα, όπως [[εξαίρετος]] |
||
{{clear}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
Αναθεώρηση της 03:11, 4 Ιουνίου 2021
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια, ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. |
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- εξαιρετός σύνθετη λέξη από την <πρόθεση εξ+ αἱρῶ, ο δυνάμενος να εξαιρεθεί, όπως διαλυτός (= δυνάμενος να διαλυθεί)
Επίθετο
εξαιρετός θηλυκό -ή, ουδέτερο -τόν
Σημείωση
Στα ρηματικά επίθετα σε -τος, όταν υπάρχει η έννοια του δυνατού διαηρούν τον τόνο στη λήγουσα και είναι τρικατάληκτα, όπως εδώ, ενώ, αν στη σύνθεση υπάρχει η έννοια του παθητικού παρακειμένου αναβιβάζουν τον τόνο και είναι δικατάληκτα, όπως εξαίρετος
Μεταφράσεις
εξαιρετός
|