αμύγδαλο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις
→‎{{σύνθετα}}: ===={{βλέπε}}==== * αθάσι
Γραμμή 23: Γραμμή 23:
* [[αμυγδαλόφλουδα]]
* [[αμυγδαλόφλουδα]]
* [[αμυγδαλόψιχα]]
* [[αμυγδαλόψιχα]]
===={{βλέπε}}====
* [[αθάσι]]
{{clear}}
{{clear}}

===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}

Αναθεώρηση της 20:45, 9 Ιουλίου 2021

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αμύγδαλο τα αμύγδαλα
      γενική του αμύγδαλου
αμυγδάλου
των αμύγδαλων
αμυγδάλων
    αιτιατική το αμύγδαλο τα αμύγδαλα
     κλητική αμύγδαλο αμύγδαλα
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αμύγδαλο < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ἀμύγδαλον

Ουσιαστικό

καθαρισμένα αμύγδαλα

αμύγδαλο ουδέτερο

Συνώνυμα

Συγγενικά

Σύνθετα

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις