σύνδεση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις
μ pwb.py update labels ετικέτες
Γραμμή 15: Γραμμή 15:
# η [[συσχέτιση]] μεταξύ δυο ή περισσότερων πραγμάτων
# η [[συσχέτιση]] μεταξύ δυο ή περισσότερων πραγμάτων
#: ''Η αστυνομία βρήκε μια '''σύνδεση''' μεταξύ των δυο φόνων.''
#: ''Η αστυνομία βρήκε μια '''σύνδεση''' μεταξύ των δυο φόνων.''
# {{προγρ}} η [[συσχέτιση]] ενός [[αναγνωριστικό|ονόματος]] ([[μεταβλητή|μεταβλητής]], [[συνάρτηση|συνάρτησης]], κλπ) με μια οντότητα ([[κώδικας]] ή [[δεδομένο|δεδομένα]]) ενός [[πρόγραμμα|προγράμματος]]
# {{ετ|προγρ}} η [[συσχέτιση]] ενός [[αναγνωριστικό|ονόματος]] ([[μεταβλητή|μεταβλητής]], [[συνάρτηση|συνάρτησης]], κλπ) με μια οντότητα ([[κώδικας]] ή [[δεδομένο|δεδομένα]]) ενός [[πρόγραμμα|προγράμματος]]
#: ''συνώνυμο: [[δέσμευση]]''
#: ''συνώνυμο: [[δέσμευση]]''



Αναθεώρηση της 10:28, 21 Ιουλίου 2021

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σύνδεση οι συνδέσεις
      γενική της σύνδεσης* των συνδέσεων
    αιτιατική τη σύνδεση τις συνδέσεις
     κλητική σύνδεση συνδέσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, συνδέσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

σύνδεση < αρχαία ελληνική σύνδεσις

Ουσιαστικό

σύνδεση θηλυκό

  1. η ένωση δυο ή περισσότερων πραγμάτων
    Σύνδεση δυο καλωδίων.
    Σύνδεση δυο πόλεων (μέσω ενός δρόμου).
    Συνώνυμα: σύζευξη, συνένωση
  2. η επικοινωνία με το διαδίκτυο ή μια ιστοσελίδα
    Σύνδεση στο Facebook.
    Σύνδεση στο Ίντερνετ.
  3. η συσχέτιση μεταξύ δυο ή περισσότερων πραγμάτων
    Η αστυνομία βρήκε μια σύνδεση μεταξύ των δυο φόνων.
  4. (προγραμματισμός) η συσχέτιση ενός ονόματος (μεταβλητής, συνάρτησης, κλπ) με μια οντότητα (κώδικας ή δεδομένα) ενός προγράμματος
    συνώνυμο: δέσμευση


Σύνθετα

Συγγενικά

Μεταφράσεις