étage: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αντικατάσταση # με * |
μ pwb.py ΔΦΑ (ipa) update move γλ= |
||
Γραμμή 5: | Γραμμή 5: | ||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
{{ΔΦΑ |
{{ΔΦΑ|γλ=fr|e.taʒ}} |
||
:{{ήχος|fr}} |
:{{ήχος|fr}} |
||
Αναθεώρηση της 14:07, 28 Αυγούστου 2021
Γαλλικά (fr)
Ετυμολογία
- étage < παλαιά γαλλική estage (=κατοικία) < παλαιά γαλλική ester (μένω, στέκομαι)
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
- ⓘ
Ουσιαστικό
ενικός | πληθυντικός |
étage | étages |
étage (fr) αρσενικό