ψαλίδα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py update labels ετικέτες
μ pwb.py ΔΦΑ (ipa) update move γλ=
Γραμμή 7: Γραμμή 7:


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|psaˈli.ða|γλ=el}}
{{ΔΦΑ|γλ=el|psaˈli.ða}}
: {{συλλ|ψα|λί|δα}}
: {{συλλ|ψα|λί|δα}}



Αναθεώρηση της 16:02, 28 Αυγούστου 2021

Δείτε επίσης: Ψαλίδα

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ψαλίδα οι ψαλίδες
      γενική της ψαλίδας των ψαλίδων
    αιτιατική την ψαλίδα τις ψαλίδες
     κλητική ψαλίδα ψαλίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ψαλίδα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ψαλίδα < αρχαία ελληνική ψαλίς
(μεγάλο ψαλίδι και μεταφορική έννοια) < (σημασιολογικό δάνειο) αγγλική scissors[1]

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: ψα‐λί‐δα

Ουσιαστικό

ψαλίδα θηλυκό

  1. μεγάλο ψαλίδι
  2. (βοτανική) ο έλικας του αμπελιού κι άλλων αναρριχητικών φυτών
  3. Πρότυπο:εντομολ η σαρανταποδαρούσα
  4. Πρότυπο:εντομολ μικρό έντομο που στο πίσω μέρος της κοιλιάς του έχει δύο σκληρές κι αιχμηρές λαβίδες
  5. ασθένεια των τριχών της κεφαλής κατά την οποία οι άκρες τους σχίζονται στα δύο και δεν αναπτύσσονται άλλο
  6. (μεταφορικά) η διαφορά ανάμεσα σε δύο μετρήσιμα μεγέθη

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές