ἐράω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
μ pwb.py Format errors, διαστήματα, τελείες |
||
Γραμμή 20: | Γραμμή 20: | ||
===={{ομώνυμα}}==== |
===={{ομώνυμα}}==== |
||
* ἐράω: κάνω εμετό, βγάζω διάφορες εκκρίσεις, κενώ < ίσως από την λέξη [[ἔρα]] (γη) Πάντοτε σύνθετο (ἐξερῶ, κατερῶ, συνερῶ) |
* ἐράω: κάνω εμετό, βγάζω διάφορες εκκρίσεις, κενώ < ίσως από την λέξη [[ἔρα]] (γη) Πάντοτε σύνθετο (ἐξερῶ, κατερῶ, συνερῶ) |
||
*[[αἰρέω]]-ῶ και [[αἴρω]] |
* [[αἰρέω]]-ῶ και [[αἴρω]] |
||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
Αναθεώρηση της 04:48, 20 Σεπτεμβρίου 2021
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
ἐράω < ἔραμαι
Αρχικοί χρόνοι |
Φωνή Eνεργητική |
Φωνή Μέση & Παθητική |
---|---|---|
Ενεστώτας | ἐράω-ῶ | ἐρῶμαι |
Παρατατικός | ἤρων | |
Μέλλοντας | ἐρασθήσομαι (με ενεργ.σημασία) | |
Αόριστος | ἠράσθην (με ενεργ. σημασία) | |
Παρακείμενος | ἤρασμαι | |
Υπερσυντέλικος | ||
Συντελ.Μέλλ. |
Ρήμα
ἐράω - ἐρῶ, ιωνικός τύπος: ἐρέω
- είμαι ερωτευμένος
- επιθυμώ σφόδρα, ποθώ
- κάνω εμετό, αδειάζω, εκκενούμαι (δείτε πιο κάτω και στα ομώνυμα)