δράω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Minorax (συζήτηση | συνεισφορές)
μ →‎{{σύνθετα}}: clean up με τη χρήση AWB
μ pwb.py Format errors, διαστήματα, τελείες
Γραμμή 15: Γραμμή 15:


===={{συγγενικά}}====
===={{συγγενικά}}====
*[[δρᾶσις]]
* [[δρᾶσις]]
*[[δράστης]]
* [[δράστης]]
*[[δραστήριος]]
* [[δραστήριος]]
*[[δρᾶμα]]
* [[δρᾶμα]]
*[[δραπέτης]]
* [[δραπέτης]]
*[[διδράσκω]]
* [[διδράσκω]]
*τα [[δρώμενα]]
* τα [[δρώμενα]]
*[[δραστικός]]
* [[δραστικός]]


===={{σύνθετα}}====
===={{σύνθετα}}====
*[[ἀντιδράω]]
* [[ἀντιδράω]]
*[[ἀντιδρῶ]]
* [[ἀντιδρῶ]]
*[[ἐπιδράω]]
* [[ἐπιδράω]]
*[[παραδράω]]
* [[παραδράω]]
*[[συνδράω]]
* [[συνδράω]]
*[[ὑποδράω]]
* [[ὑποδράω]]


{| style="background:#F5F5DC" border=3 align=right
{| style="background:#F5F5DC" border=3 align=right

Αναθεώρηση της 06:17, 20 Σεπτεμβρίου 2021

Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται να μορφοποιηθούν όπως συνηθίζεται στο Βικιλεξικό,
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες.

Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού.


Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

δράω < πρωτοελληνική *dráwō < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή < *dréwh₂-e-ti < *dréwh₂- (τρέχω, δρω)

Ρήμα

δράω-δρῷ, και δρῶμαι

  1. ενεργώ, κατορθώνω, ποιώ, πράττω
    δρῶ τὰ ἱερά : προσφέρω θυσία

Εκφράσεις

Ενεργητικό: εὖ δρῶ τινα Παθητικό: εὖ πάσχω ὑπό τινος (ευεργετώ και ευεργετούμαι αντίστοιχα)

Ενεργητικό: κακῶς δρῶ τινά Παθητικό: κακῶς πάσχω ὑπό τινος (βλάπτω και βλάπτομαι αντιστοιχα)

Συγγενικά

Σύνθετα

Αρχικοί Χρόνοι
Ενεστώτας δράω-δρῶ
Παρατατικός ἔδρων
Μέλλοντας δράσω
Αόριστος ἔδρασα και ἔδρησα
Παρακείμενος δέδρακα
Υπερσυντέλικος -
Αρχικοί Χρόνοι
Ενεστώτας δρῶμαι
Παρατατικός ἐδρώμην
Μέλλοντας -
Αόριστος -
Παρακείμενος δέδραμαι
Υπερσυντέλικος -
Μετοχές
Ενεστώτας δρῶν, δρῶσα, δρῶν - Μέσο δρώμενος-η-ον
Παρατατικός -
Μέλλοντας δράσων, δράσουσα, δρᾶσον
Αόριστος δράσας, δράσασα, δρᾶσαν - Μέσο δρασθέν, δρασθέντων
Παρακείμενος δεδρακώς, δεδρακυῖα, δεδρακός - Μέσο δεδραμένος-η-ον
Υπερσυντέλικος
Απαρέμφατα
Ενεστώτας δρᾶν - Μέσο δρᾶσθαι
Παρατατικός
Μέλλοντας δράσειν
Αόριστος δρᾶσαι
Παρακείμενος δεδρακέναι - Μέσο δεδράσθαι
Υπερσυντέλικος -