ταϊλανδικά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ προσθήκη παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο του μέρους λόγου
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αφαίρεση κατηγοριών που θα γίνονται στο εξής αυτόματα
Γραμμή 64: Γραμμή 64:
{{)}}
{{)}}



[[Κατηγορία:Ελληνικά ουσιαστικά]]


[[nl:ταϊλανδικά]]
[[nl:ταϊλανδικά]]

Αναθεώρηση της 20:04, 9 Δεκεμβρίου 2007

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ- Από το επίθετο ταϊλανδικός, στον πληθυντικό του ουδέτερου. Πρότυπο:-ουσ- ταϊλανδικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • Η ταϊλανδική γλώσσα, η γλώσσα που μιλιέται στην Ταϊλάνδη.

Πρότυπο:-συγγ-

Πρότυπο:-μτφ-