κορσικανικά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αλλαγή κατηγορίας |
μ Πρότυπα στις κλιτές μορφές ουσιαστικών |
||
Γραμμή 70: | Γραμμή 70: | ||
{{-μορφ-επιθ-|el}} |
{{-μορφ-επιθ-|el}} |
||
* |
* {{πτώσειςΟΑΚπλ|κορσικανικό}} |
||
Αναθεώρηση της 22:35, 4 Φεβρουαρίου 2008
- κορσικανικά < κορσικανικός < Κορσική.
κορσικανικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- Λατινογενές ιδίωμα που μοιάζει με τα ιταλικά και μιλιέται στην Κορσική (που έχει όμως επίσημη γλώσσα τα γαλλικά). Παρουσιάζει δύο κύριες διαλεκτικές μορφές (βόρεια και νότια) με ενδιάμεσα μεταβατικά στάδια.
|
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του κορσικανικό