ασθενής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αφαίρεση κατηγοριών που θα γίνονται στο εξής αυτόματα
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 111: Γραμμή 111:


{{)}}
{{)}}

{{κλείδα ταξινόμησης|ασθενησ}}

Αναθεώρηση της 07:56, 6 Φεβρουαρίου 2008

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ-

ασθενής < Πρότυπο:προσχέδιο-ετυμ

Πρότυπο:-ουσ- ασθενής αρσενικό ή θηλυκό

Ο άρρωστος, που πάσχει από μία ασθένεια.

Πρότυπο:-μτφ-


Πρότυπο:-επιθ- ασθενής αρσενικό ή θηλυκό, ασθενές ουδέτερο

  1. Που είναι άρρωστος.
    Οι γεωργοί θα ξεριζώσουν τα ασθενή φυτά.
  2. Αδύναμος.
    Το ασθενές φύλο.

Πρότυπο:-μτφ-