αρχαία γαλλική

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αρχαία γαλλική → δείτε τις λέξεις αρχαίος και γαλλική Εννοείται το ουσιαστικό γλώσσα. (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική ancien français. Δείτε τη γαλλική λέξη ancien (παλιός, αρχαίος)

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

αρχαία γαλλική θηλυκό, μόνο στον ενικό