Ελευθεροχωρινή
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ελευθεροχωρινή < Ελευθεροχωριν(ός) + -ή
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /e.le.fθe.ɾo.xo.ɾiˈni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ε‐λευ‐θε‐ρο‐χω‐ρι‐νή
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ελευθεροχωρινή θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → και δείτε τη λέξη Ελευθεροχώρι
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Ελευθεροχωρινός
Ελευθεροχωρινή
|