Ερασμία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ερασμία < αρχαία ελληνική ἐράσμιος < ρήμα ἒραμαι (αγαπώ): θελκτική, αξιαγάπητη
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ερασμία θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Ερασμία
|