Ερινύα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ερινύα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ερινύα οι Ερινύες
      γενική της Ερινύας των Ερινύων
    αιτιατική την Ερινύα τις Ερινύες
     κλητική Ερινύα Ερινύες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ερινύα < αρχαία ελληνική Ἐρινύς

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ερινύα θηλυκό (συνήθως στον πληθυντικό: Ερινύες)

Υπώνυμα[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]