Ερωτόκριτος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ερωτόκριτος < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ερωτόκριτος αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. όνομα έμμετρου μυθιστορήματος που συνέθεσε ο Βιτσέντζος Κορνάρος τον 17ο αιώνα, μνημείο της κρητικής λογοτεχνίας την περίοδο της Βενετοκρατίας και της κρητικής διαλέκτου

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]