Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ευγένιος

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ευγένιος οι Ευγένιοι
      γενική του Ευγένιου
& Ευγενίου
των Ευγένιων
& Ευγενίων
    αιτιατική τον Ευγένιο τους Ευγένιους
& Ευγενίους
     κλητική Ευγένιε Ευγένιοι
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

Ευγένιος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Εὐγένιος < εὐγενής

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /eˈvʝe.ni.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ευγένιος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Ευγένιος αρσενικό (θηλυκό Ευγενία)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]