Ευγενίδειο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Ευγενίδειο τα Ευγενίδεια
      γενική του Ευγενίδειου
Ευγενιδείου
των Ευγενίδειων
Ευγενιδείων
    αιτιατική το Ευγενίδειο τα Ευγενίδεια
     κλητική Ευγενίδειο Ευγενίδεια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ευγενίδειο < από το επώνυμο του δωρητή Ευγενίδ(ης) + -ειο

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ev.ʝeˈni.ði.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ευ‐γε‐νί‐δει‐ο

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ευγενίδειο ουδέτερο

  1. (επωνυμία) ονομασία επιστημονικού ιδρύματος στο Παλαιό Φάληρο
  2. (επωνυμία) νοσοκομείο της Αθήνας

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ δείτε τη λέξη Ευγενίδης

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]