Ευκλής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ευκλής | οι | Ευκλείς & Ευκλήδες ** |
γενική | του | Ευκλή & Ευκλέους * |
των | Ευκλέων & Ευκλήδων |
αιτιατική | τον | Ευκλή | τους | Ευκλείς & Ευκλήδες |
κλητική | Ευκλή | Ευκλείς & Ευκλήδες | ||
* Λόγιος τύπος για τα αρχαία ονόματα και τα ονόματα οδών. ** Οι δεύτεροι τύποι του πληθυντικού, για τα σύγχρονα ονόματα. | ||||
Κατηγορία όπως «Περικλής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ευκλής < αρχαία ελληνική Εὐκλῆς. Συγχρονικά αναλύεται σε ευ-+ -κλής
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ευκλής αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ευκλής
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'Περικλής' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα με πρόθημα Ευ- (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα με επίθημα -κλής (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)