Εύφημη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Εύφημη < εύ- + φήμη

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Εύφημη θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]