Ζαγορά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ζαγορά | ||
γενική | της | Ζαγοράς | ||
αιτιατική | τη | Ζαγορά | ||
κλητική | Ζαγορά | |||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ζαγορά < πρωτοσλαβική *za (πίσω από) + *gora (βουνό)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ζαγορά θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- Ζαγοραίος / Ζαγοριανός
- Ζαγοραία / Ζαγοριανή
- → δείτε τη λέξη Ζαγόρι
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ζαγορά
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' χωρίς κατάληξη '-ιά' (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοσλαβική (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)