Θανασία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Θανασία < χαϊδευτικό του Αθανασία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Θανασία θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ δείτε τη λέξη Αθανάσιος

Μεταφράσεις[επεξεργασία]