Ιεράπετρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ιεράπετρα < αρχαία ελληνική Ἱεράπυτνα / Ἱεράπυδνα (με παρετυμολόγηση από το ιερός + πέτρα)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ιεράπετρα θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- Ιεραπετρίτης
- Ιεραπετρίτισσα
- ιεραπετρικός
- → δείτε τις λέξεις ιερός και πέτρα