Ιεχωβιστής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ιεχωβιστής < Ιεχωβ- + -ιστής < Jehov- + -ist

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Ιεχωβιστής αρσενικό