Μετάβαση στο περιεχόμενο

Καλαποδίτισσα

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Καλαποδίτισσα οι Καλαποδίτισσες
      γενική της Καλαποδίτισσας των Καλαποδιτισσών
    αιτιατική την Καλαποδίτισσα τις Καλαποδίτισσες
     κλητική Καλαποδίτισσα Καλαποδίτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Καλαποδίτισσα < Καλαποδίτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ka.la.poˈði.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Καλαποδίτισσα

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Καλαποδίτισσα θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Καλαποδίτης