Κατηγορία:Λέξεις με ένθημα -ό- (νέα ελληνικά)
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γλώσσα: Νέα ελληνικά » Ετυμολογία » Μορφολογία » Προσφύματα » Ενθήματα » Λέξεις κατά ένθημα » -ο- |
Επίσης δείτε
Υποκατηγορίες
Αυτή η κατηγορία έχει τις ακόλουθες 92 υποκατηγορίες, από 92 συνολικά.
*
Α
Β
Γ
Δ
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Π
Χ
Ψ
Σελίδες στην κατηγορία "Λέξεις με ένθημα -ό- (νέα ελληνικά)"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 200 σελίδες, από 642 συνολικά.
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)Α
- αβγόσουπα
- αβγόσχημος
- αβρόφρων
- αγγειό-
- αγγλό-
- αγγουρόνερο
- αγγουρόσουπα
- αγιόκλημα
- αγκαθότοπος
- αγκιναρόσουπα
- αγκιναρότοπος
- αγκιναρόφυλλο
- αγκιναρόχορτο
- αγουρό-
- αγρόκτημα
- αγρόπολη
- αγροτό-
- ἀγυιόπαις
- αδελφότεκνος
- αερό-
- αηδονόφωνος
- αιγό-
- αιμό-
- ακραιόφιλος
- αλαλόφωνος
- αλατόνερο
- αλατότοπος
- αλβανόπαις
- αλβανόφιλος
- αλβανόφωνος
- αλεπότρυπα
- αλεσφακόλαδο
- αλευρόγαλη
- αλευρόπιτα
- αλητοτουρίστας
- Αλλόσαυρος
- αλμυρόπικρος
- αλυσότρυπα
- αμερικανό-
- αμμόστρωτος
- αμμότοπος
- αμπερόμετρο
- αμυγδαλόπετρα
- αμυγδαλόσχημος
- αμυγδαλόψιχα
- ανταρτόπληκτος
- απαισιόμορφος
- απιδόσχημος
- αραβό-
- αραιόμετρο
- αρακόσουπα
- αραμπαδόξυλο
- αρεταμαρτωλιδεοπαθόφθεγμα
- αριθμόσημο
- αριστερόμετρο
- αρκτικόλεξο
- αρμανόφωνος
- αρμενό-
- αρμυρόπικρος
- αρχοντό-
- ασβεστόγαλα
- ασβεστόνερο
- ασημό-
- ασημόχρωμος
- ασημόχυτος
- αστακόσουπα
- ασφαλτόστρωτος
- αυλόθυρα
- αυλόπορτα
- αυτόζυμο
- αυτοκινητόδρομος
- αφρό-
- αχινόσουπα
- αχλαδόσχημος
Β
- βακιλόμορφος
- βαλανιδόψωμο
- βαλτόμπουφος
- βαλτόνερο
- βαλτότοπος
- βαμβακόπιτα
- βαρβαρόηχος
- βαρβαρόφωνος
- βατόμουρο
- βατραχόσουπα
- βελανιδόψωμο
- βελονότρυπα
- βενθόβιος
- βιγκανόμετρο
- βλαισόπους
- βλακόμετρο
- βλαχό-
- βοϊδόμυγα
- βολβόσχημος
- βομβόπληκτος
- βοσκότοπος
- βουβόκυκνος
- βουλγαρόφωνος
- βουρκόνερο
- βουρκότοπος
- βραχό-
- βρομό-
- βροντό-
Γ
- γαιό-
- γαλαζόπετρα
- γαλακτόχρωμος
- γαλατόπιτα
- γαλλό-
- γαλόσουπα
- γαλόχοντρος
- γαμετόφυτο
- γαντζόκλειδο
- γαριδόσουπα
- γατόδεντρο
- γατόφιδο
- γαϊδουρό-
- γενναιόφρων
- γενναιόψυχος
- γερμανόφωνος
- Γεροντόβραχος
- γιαουρτόσουπα
- γιατρόφιδο
- γιγαντόσωμος
- γκαζόλαμπα
- γκομενότσαρκα
- γλαρόσουπα
- γουδόχερο
- γουρουνόμουτρο
- γραβιερόπιτα
- γρασιδότοπος
- γρηγορόσημο
- γωνιό-