Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κοσμοθέα

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Κοσμοθέα οι Κοσμοθέες
      γενική της Κοσμοθέας
    αιτιατική την Κοσμοθέα τις Κοσμοθέες
     κλητική Κοσμοθέα Κοσμοθέες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Κοσμοθέα < κοσμο- + θέα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ko.zmoˈθe.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κοσμοθέα

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Κοσμοθέα θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]