Κυπραίος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ciˈpɾe.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κυ‐πραί‐ος
Ετυμολογία 1
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κυπραίος | οι | Κυπραίοι |
γενική | του | Κυπραίου | των | Κυπραίων |
αιτιατική | τον | Κυπραίο | τους | Κυπραίους |
κλητική | Κυπραίε | Κυπραίοι | ||
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κυπραίος αρσενικό (θηλυκό Κυπραία)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Κυπραίος
→ δείτε τη λέξη Κύπριος |
Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κυπραίος αρσενικό (θηλυκό Κυπραίου)
Μεταγραφές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -αίος (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πατριδωνυμικά (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Δημητράκος' (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα από εθνικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)