Λεμονάδικα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Λεμονάδικα
      γενική των Λεμονάδικων
    αιτιατική τα Λεμονάδικα
     κλητική Λεμονάδικα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Λεμονάδικα < πληθυντικός αριθμός του λεμονάδικο

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /le.moˈna.ði.ka/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Λε‐μο‐νά‐δι‐κα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Λεμονάδικα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • παλιά ονομασία περιοχής του Πειραιά
    ※  Κάτω στα Λε, βρε κάτω στα Λε, κάτω στα Λεμονάδικα / κάτω στα Λεμονάδικα γίνηκε φασαρία / δυο λαχανάδες πιάσανε / και κάναν την κυρία
    «Κάτω στα Λεμονάδικα», μουσική-στίχοι: Βαγγέλης Παπάζογλου, α΄ εκτέλεση: Στέλιος Περπινιάδης, 1934.
    ※  Συμπλοκή μεταξύ του πλοιάρχου του μότορσιπ «Μαρκέλλα» […] και του αδελφού του ναυκλήρου του ιδίου σκάφους […] με ομάδα λιμενεργατών, εσημειώθη το απόγευμα του παρελθόντος Σαββάτου εις τα «Λεμονάδικα» του λιμένος Πειραιώς
    Από ρεπορτάζ εφημερίδας του 1960, όπως παρατίθεται στο κείμενο του Στέφανου Μίλεση, «Κάτω στα Λεμονάδικα», Πειραιόραμα (Ιούνιος 2014)· πρόσβαση: 2021-08-17.

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]