Λεονφόρτε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Λεονφόρτε < ιταλική Leonforte

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Λεονφόρτε θηλυκό, ή ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]