Λευΐ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται να μορφοποιηθούν όπως συνηθίζεται στο Βικιλεξικό,
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες.

Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού.

Για μορφοποίηση: Τι κατηγορία θα έχουμε για το όνομα? -Το επώνυμο, για νέα ελληνικά. sarri.greek (συζήτηση) 17:19, 5 Οκτωβρίου 2019 (UTC).


Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Λευΐ < (άμεσο δάνειο) εβραϊκή לוי (leví)

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Λευΐ αρσενικό άκλιτο (& Λευΐς) (ελληνιστική κοινή)

  1. τρίτος γιος του Ιακώβ
    ※  Ἐκάλεσε δὲ Ἰακὼβ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτοῖς (...) Συμεὼν καὶ Λευΐ ἀδελφοί· συνετέλεσαν ἀδικίαν ἐξ αἱρέσεως αὐτῶν. εἰς βουλὴν αὐτῶν μὴ ἔλθοι ἡ ψυχή μου, καὶ ἐπὶ τῇ συστάσει αὐτῶν μὴ ἐρείσαι τὰ ἥπατά μου, ὅτι ἐν τῷ θυμῷ αὐτῶν ἀπέκτειναν ἀνθρώπους καὶ ἐν τῇ ἐπιθυμίᾳ αὐτῶν ἐνευροκόπησαν ταῦρον. ( Γένεσις, Κεφάλαιον μθ', 1-6)
  2. μία από τις φυλές του Ισραήλ, απόγονοι του Λευΐ
  3. ιουδαϊκό ανδρικό όνομα