Μάηδες
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Μάηδες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- πηλιορείτικο χορευτικό και μιμητικό έθιμο
- ※ Οι «Μάηδες» της Μακρινίτσας γιορτάζουν 50 χρόνια, ως χορευτικό έθιμο, την Παρασκευή 29 Αυγούστου στο «μπαλκόνι του Πηλίου» (Εφημερίδα Καθημερινή, 27/8/2008)
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Μάηδες αρσενικό
- (λαϊκότροπο) ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του Μάης
- ※ Σκορπίσανε ο φίλοι μου, / οι Μάηδες, οι ήλιοι μου (Από το τραγούδι σε στίχους Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου και μουσική Γιάννη Σπανού)
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
πιο επίσημα: