Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μαδρίτη

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Μαδρίτη οι Μαδρίτες
      γενική της Μαδρίτης
    αιτιατική τη Μαδρίτη τις Μαδρίτες
     κλητική Μαδρίτη Μαδρίτες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «ζέστη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Μαδρίτη < απόδοση για την ισπανική Madrid + [1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /maˈðɾi.ti/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μαδρίτη

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μαδρίτη θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)