Μαϋτιανός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Μαϋτιανός < τουρκική Mayto < αρχαία ελληνική Μάδυτος (αντιδάνειο)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Μαϋτιανός αρσενικό
- (πατριδωνυμικό) (ιδιωματικό) άλλη μορφή του Μαδυτινός
- ※ Είμαστε μια χορευτική ομάδα που πάμε να δώσουμε μια παράσταση με ζεϊμπέκικους χορούς μπροστά στους συμπατριώτες μας Μαϋτιανούς της Αττικής. (*)
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη Μάδυτος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Μαϋτιανός
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Αντιδάνεια (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πατριδωνυμικά (νέα ελληνικά)
- Ιδιωματικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)