Μενοιτιάδης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μενοιτιάδης < αρχαία ελληνική Μενοιτιάδης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μενοιτιάδης αρσενικό
- αρχαίο πατρωνυμικό ανδρικό όνομα, ο γιος του Μενοίτιου
- ※ Βαρυάν οδύνη έχει ο Ζεύς. Τον Σαρπηδόνα
εσκότωσεν ο Πάτροκλος· και τώρα ορμούν
ο Μενοιτιάδης κ' οι Αχαιοί το σώμα
ν' αρπάξουνε και να το εξευτελίσουν.
- ※ Βαρυάν οδύνη έχει ο Ζεύς. Τον Σαρπηδόνα
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μενοιτιάδης < Μενοίτι(ος) + -άδης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μενοιτιάδης αρσενικό
- ανδρικό όνομα
- (πατρωνυμικό) ο γιος του Μενοίτιου
Αναφορές[επεξεργασία]
- Μενοιτιάδης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.