Μεσοποταμίτισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Μεσοποταμίτισσα οι Μεσοποταμίτισσες
      γενική της Μεσοποταμίτισσας των Μεσοποταμιτισσών
    αιτιατική τη Μεσοποταμίτισσα τις Μεσοποταμίτισσες
     κλητική Μεσοποταμίτισσα Μεσοποταμίτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Μεσοποταμίτισσα < Μεσοποταμίτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /me.so.po.taˈmi.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Με‐σο‐πο‐τα‐μί‐τισ‐σα

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μεσοποταμίτισσα θηλυκό

  1. (πατριδωνυμικό) θηλυκό του Μεσοποταμίτης
  2. προσωνυμία της Παναγίας στην Αίγινα

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Μεσοποταμίτης