Μινώταυρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μινώταυρος οι Μινώταυροι
      γενική του Μινώταυρου των Μινώταυρων
    αιτιατική τον Μινώταυρο τους Μινώταυρους
     κλητική Μινώταυρε Μινώταυροι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Μινώταυρος < αρχαία ελληνική Μινώταυρος < Μίνως + ταῦρος
άγαλμα του Μινώταυρου

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μινώταυρος αρσενικό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]