Μονεμβασιά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μονεμβασιά < μονή + έμβαση (είσοδος)
- για το αμπέλι < • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μονεμβασιά ή Μονεμβάσια θηλυκό
- παράλια πόλη και κάστρο στην ανατολική Πελοπόννησο
- (ελληνική ποικιλία αμπέλου) ποικιλία αμπέλου που παρά την ονομασία της καλλιεργείται κυρίως στην Πάρο και τη Νάξο, και παράγει εξαιρετικό λευκό κρασί
Σημειώσεις[επεξεργασία]
για το αμπέλι:
- πρόκειται για μία από τις βασικότερες ποικιλίες αμπέλου - αμπελόκλημα που καλλιεργείται στην ορεινή Νάξο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Μονεμβασιά
|