Μοριάς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μοριάς | ||
γενική | του | Μοριά | ||
αιτιατική | τον | Μοριά | ||
κλητική | Μοριά | |||
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μοριάς < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Μοριάς[1] / Μορέας[1] < ελληνιστική κοινή μορέα < αρχαία ελληνική μόρον
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /moɾˈʝas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μο‐ριάς
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μοριάς αρσενικό
- ονομασία της Πελοποννήσου, με χρήση από τα μεσαιωνικά χρόνια μέχρι (σπανιότερα) σήμερα
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- Μοραΐτης, μοραΐτης
- Μοραΐτισσα, μοραΐτισσα
- μοραΐτικα
- μοραΐτικος
- → και δείτε τη λέξη μουριά
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Μοριάς στη Βικιπαίδεια
- το Χρονικόν του Μορέως στη Βικιπαίδεια για τη φραγκοκρατούμενη Πελοπόννησο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ 1,0 1,1 Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψαράς' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)