Μπίλεφελντ
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈbi.le.feld/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπί‐λε‐φελντ
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Μπίλεφελντ ουδέτερο άκλιτο