Μπαλί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Μπαλί < αγγλική Bali < μπαλινέζικη ᬩᬮᬶ (Bali) < σανσκριτική बलि-द्वीप (bali-dvīpa, νησιά προσφορών) ή σανσκριτική वली-द्वीप (valī-dvīpa, νησιά των κυμάτων)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /baˈli/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπα‐λί
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Μπαλί ουδέτερο άκλιτο
- νησί της Ινδονησίας, ανατολικά της Ιάβας
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Μπαλί στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μπαλινέζικα (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα σανσκριτικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Νησιά της Ινδονησίας (νέα ελληνικά)
- Νησιά (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ινδονησίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)