Μῶρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: μωρός

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

Μῶρος < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Μῶρος αρσενικό (θηλυκό Μώρου)


Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

Μῶρος < (λόγιο δάνειο) αγγλική More, εξελληνισμένος τύπος + -ος από το επώνυμο του Άγγλου πολιτικού και στοχαστή Thomas More, 1478-1535

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Μῶρος αρσενικό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Μῶρος < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Μῶρος αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]