Νινίτα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Νινίτα | οι | Νινίτες |
γενική | της | Νινίτας | — | |
αιτιατική | τη | Νινίτα | τις | Νινίτες |
κλητική | Νινίτα | Νινίτες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Νινίτα < χαϊδευτικό του Ελένη
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Νινίτα θηλυκό
- γυναικείο όνομα, Ελένη
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Νινίτα
→ δείτε τη λέξη Ελένη |