Νιρβάνα
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1
[επεξεργασία]- Νιρβάνα < γενική ενικού του αρσενικού Νιρβάνας
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Νιρβάνα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
[επεξεργασία]
Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]- Νιρβάνα < νιρβάνα
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Νιρβάνα | ||
| γενική | της | Νιρβάνας | ||
| αιτιατική | τη | Νιρβάνα | ||
| κλητική | Νιρβάνα | |||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Νιρβάνα θηλυκό
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Νιρβάνα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Νιρβάνα
|
Ετυμολογία 3
[επεξεργασία]- Νιρβάνα: κλιτικός τύπος
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
[επεξεργασία]Νιρβάνα αρσενικό
Κατηγορίες:
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Βουδισμός (νέα ελληνικά)
- Κλιτικοί τύποι κυρίων ονομάτων (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)