Νοτιοαφρικανός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Νοτιοαφρικανός < Νότιος Αφρικ(ή) + -ανός (νοτιο- + Αφρικανός)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Νοτιοαφρικανός αρσενικό (θηλυκό Νοτιοαφρικανή)
- (εθνικό όνομα) αυτός που κατάγεται από τη Νότιο Αφρική ή έχει νοτιοαφρικανική υπηκοότητα
Συγγενικά[επεξεργασία]
- νοτιοαφρικανικός
- Νότιος Αφρική
- → και δείτε τις λέξεις νότιος και Αφρικανός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Νοτιοαφρικανός
|